Πέρασαν ἤδη δεκατέσσερις ἡμέρες ἀπὸ τὴν ἄφιξη τοῦ Καποδίστρια στὴν Αἴγινα. Ἡ μεγάλη στιγμὴ ἔφθασε:
Στὶς 26 Ἰανουαρίου 1828 –καὶ σύμφωνα μὲ τοὺς πιὸ πάνω τύπους– μὲ λαμπρότητα πραγματοποιήθηκε στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῆς Αἴγινας ἡ ὁρκωμοσία τοῦ πρώτου Κυβερνήτη τῆς Χώρας Ἰωάννη Καποδίστρια. Τὴν ἴδια μέρα καὶ στὸν ἴδιο τόπο ὁρκίσθηκαν ὁ Γραμματεὺς Ἐπικρατείας (σημερινὸς Πρωθυπουργός) Σπυρίδων Τρικούπης, οἱ Γραμματεῖς (Ὑπουργοί) καὶ τὰ 27 μέλη τοῦ «Πανελληνίου» (δηλ. τοῦ Συμβουλευτικοῦ Νομοθετικοῦ Σώματος ποὺ ἀντικατέστησε τὴν διαλυθεῖσα Βουλή). Ἀπὸ τὴν «Γενικὴ Ἐφημερίδα» ἔχουμε τὴν περιγραφή:
«Πρὶν ἔλθη ἡ 10 ὥρα πρὸ μεσημβρίας τῆς ἡμέρας αὐτῆς εἶχον γίνει ὅλαι αἱ εἰς τὴν πάνδημον ταύτην τελετὴν ἀνήκουσαι προετοιμασίαι. Ὁ δρόμος ὁ φέρων ἀπὸ τὴν οἰκίαν τοῦ Κυβερνήτου εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Μητροπόλεως, ὅπου ἔμελλε νὰ τελεσθῇ ἡ ὁρκωμοσία, ἦτο κατεστρωμένος ἀπὸ ἐλαιῶν κλάδους. Ὅταν ἔφθασεν ἡ προσδιορισμένη ὥρα, ὁ Κυβερνήτης, συνοδευόμενος ἀπὸ τὰ ἤδη ἐκλεχθέντα μέλη τοῦ Πανελληνίου καὶ τὸν Γραμματέα τῆς Ἐπικρατείας, ἦλθεν εἰς τὴν Μητρόπολιν μετὰ τῆς προσηκούσης τάξεως ἐν μέσῳ πολυαρίθμου λαοῦ.
Προηγοῦντο δὲ εἰς τὴν πομπὴν πρῶτον μὲν οἱ παῖδες τῆς Ἀλληλοδιδακτικῆς Σχολῆς μὲ τὴν σημαία των, φέροντες ὅλοι ἀνὰ χεῖρας κλάδους ἐλαίας· ἔπειτα δὲ δύο σημαῖαι Ἑλληνικαὶ καὶ ἡ μουσικὴ τοῦ Ἀγγλικοῦ δικρότου Οὐάρσπιτ.
Ὅταν δὲ ἔφθασαν εἰς τὸν Ναόν, πρῶτον μὲν ἐτελέσθη παρὰ τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου ἡ συνήθης Παράκλησις· ἔπειτα δὲ σταθεὶς ὁ Κυβερνήτης κατὰ πρόσωπον τοῦ Μητροπολίτου κρατοῦντος εἰς χεῖρας τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, καὶ ἀνατείνας τὴν δεξιὰν ὡρκίσθη τὸν εἰς τὸ Ε΄ Ψήφισμα περιεχόμενον ὅρκον. Ἑπομένως ὡρκίσθησαν κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τὰ μέλη τοῦ Πανελληνίου μετὰ τοῦ Γραμματέως τῆς Ἐπικρατείας τὸν παρὰ τοῦ αὐτοῦ Ψηφίσματος προσδιοριζόμενον ὅρκον.
Τελεσθείσης τῆς ὁρκωμοσίας, ἐψάλη μικρὰ δοξολογία πρὸς τὸν Θεόν, καὶ μετ’ αὐτὴν ἡ συνήθης δέησις ὑπὲρ τῶν τριῶν Ἡγεμόνων τῶν προστατευόντων τὴν Ἑλλάδα.Σ.Σ1 Εἰς τὴν δέησιν ταύτην ἡ πόλις ἐκανονοβόλησεν εἴκοσι καὶ μίαν. Μετὰ ταῦτα ἔγινεν ἑτέρα δέησις ὑπὲρ τοῦ Κυβερνήτου Κόμητος Καποδίστρια καὶ τῆς νέας Κυβερνήσεως τῆς Ἑλλάδος, καὶ τὰ ἐν τῷ λιμένι Ἀγγλικὰ καὶ Ρωσσικὰ πλοῖα ἐκανονοβόλησαν δέκα καὶ ἐννέα, ὑψώσαντα τὴν Ἑλληνικὴν σημαίαν, καὶ ἔχοντα ἐπὶ τῶν καταρτίων ἀναπεπταμένας ποικιλοχρόους πτερυγίας (Flammes).
Ἀπεπληρώθη ἡ πάνδημος αὕτη τελετὴ διὰ τῆς συχνῆς ἀνευφημίας τοῦ λαοῦ «Ζήτω ὁ Κυβερνήτης ἡμῶν» καὶ ἡ Ἐξοχότης του ἐπέστρεψεν εἰς τὴν οἰκίαν του μὲ τὴν αὐτὴν πομπήν, μὲ τὴν ὁποίαν ἦλθεν εἰς τὸν Ναόν.
Σ.Σ1. Ἡ Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπὴ ἔδωσε παραγγελία καὶ οἱ ἱεροψάλτες τοῦ Ναοῦ συνέθεσαν καὶ ἔψαλαν τότε τὸ πρῶτο «Πολυχρόνιο» τῶν Νεωτέρων Χρόνων γιὰ τοὺς τρεῖς Ἡγεμόνες (βλ. Κοκκίνου «Ἑλλην. Ἐπανάστασις, τόμ. 6, σελ. 203).
Ἀμέσως δὲ ἐπροσφέρθη ἓν πρόγευμα, εἰς τὸ ὁποῖον παρευρέθησαν τὰ μέλη τοῦ ΠανελληνίουΣ.Σ1, ὁ Γραμματεὺς τῆς Ἐπικρατείας καὶ ἀλλογενεῖς ἀξιωματικοί, καὶ εἰς τὸ ὁποῖον προέπιον ὑπὲρ τῶν τριῶν Ἡγεμόνων καὶ προστατῶν τῆς Ἑλλάδος, ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους καὶ ὑπὲρ τῆς κατευοδώσεως τῆς νέας Κυβερνήσεως.
Ἡ ἡμέρα αὕτη ὑπῆρξεν ἡμέρα κοινῆς χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως καὶ θεωρεῖται ὡς μία τῶν ἐπισημοτέρων ἡμερῶν τῆς Ἑλλάδος διὰ τὴν καθίδρυσιν τῆς νέας Κυβερνήσεως».
Ἀπὸ τὴν τόσο ὡραία καὶ γλαφυρὴ περιγραφὴ ποὺ κάνει ἡ «Γενικὴ Ἐφημερίς» ἂς σχολιάσουμε μόνο τὶς τελευταῖες λέξεις τοῦ κειμένου: «Ἡ ἡμέρα αὕτη ὑπῆρξεν… μία τῶν ἐπισημοτέρων ἡμερῶν τῆς Ἑλλάδος διὰ τὴν καθίδρυσιν τῆς νέας Κυβερνήσεως».
Πραγματικά! Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁρκίστηκε ὁ πρῶτος Κυβερνήτης καὶ ἡ πρώτη ἐπίσημη Κυβέρνηση τοῦ Κράτους στὴν «Μεγάλη Ἐκκλησία» τῆς Αἴγινας, ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἄρχισε νὰ πάλλει ἡ καρδιὰ τῆς Ἐλευθέρας Ἑλλάδος. Ἦταν ἡ στιγμὴ ποὺ σήμανε τὴν ἀφετηρία γιὰ τὴν ἔναρξη τῆς ζωῆς τοῦ Νεωτέρου Ἑλληνικοῦ Κράτους.
Μετὰ τὴν λήξη τῆς τελετῆς ὁ Καποδίστριας ἐπέστρεψε στὸ Κυβερνεῖο. Ἦταν ἀποφασισμένος νὰ κάνει τὰ πάντα, προκειμένου νὰ βοηθήσει τὴν Πατρίδα του, μὲ ὅσους κόπους καὶ θυσίες αὐτὸ συνεπαγόταν…
Σ.Σ1. Ἀναφέρουμε μερικὰ ὀνόματα μελῶν τοῦ Πανελληνίου ποὺ κατέφθασαν ἀπὸ ἄλλα μέρη στὴν Αἴγινα: Ἀλέξανδρος Μαυροκορδᾶτος, Γεώργιος Σταύρου, Ἀλέξανδρος Κοντόσταυλος, Γρηγόριος Σοῦτσος, ὁ Κερκυραῖος Γεώργιος Γεννατᾶς καὶ ὁ ἀδελφὸς τοῦ Κυβερνήτη Βιάρος Καποδίστριας. Ὁ τελευταῖος διορίστηκε μέλος «τοῦ Γενικοῦ Φροντιστηρίου τῆς κεντρικῆς Ὑπηρεσίας καὶ ἐπιμελητείας τοῦ Πολέμου». Λίγες μέρες μετὰ ἦρθε καὶ ὁ μικρότερος ἀδελφός του Αὐγουστῖνος, στὸν ὁποῖο ἀνέθεσε καθήκοντα στρατιωτικά. Ὁ διορισμὸς τῶν δύο ἀδελφῶν ἀποδείχθηκε λανθασμένη ἐνέργεια τοῦ Καποδίστρια. Τότε ἄρχισαν νὰ ἀκούγονται στὰ καφενεῖα τῆς Αἴγινας οἱ πρῶτοι ψίθυροι ποὺ ἀργότερα θὰ ἐκφραστοῦν μὲ τὸ πικρόχολο σχόλιο: «Γιάννης πίνει, Γιάννης κερνάει». Ὁ ἴδιος ὁ Καποδίστριας δὲν δεχόταν νὰ τὸν προσφωνοῦν «κόμη». Ζοῦσε ἁπλὴ ζωή. Ὁ λαὸς ἀρεσκόταν νὰ τὸν ὀνομάζει «μπαρμπα-Γιάννη». Τὰ ἀδέλφια του, ὅμως, ἔκαναν σοβαρὰ λάθη καὶ ἀψυχολόγητες ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες καὶ τελικὰ ἐξέθεσαν τὸν ἴδιο τὸν Κυβερνήτη. Κυρίως αὐτοὶ εὐθύνονται γιὰ τὴν δυσαρέσκεια τοῦ λαοῦ ποὺ τελικὰ εἰσέπραξε ὁ ἀδελφός τους Ἰωάννης
*Απόσπασμα από το βιβλίο του πρωτοπρεσβυτέρου Εμμανουήλ Γιαννούλη, εφημερίου του Μητροπολιτικού Αίγινας, με τίτλο: “Άγνωστες πτυχές ζωής και έργου του Ι. Καποδίστρια στην Αίγινα"