Τὸ Warspite μὲ τὰ ὑπόλοιπα τρία πλοῖα τῆς συνοδείας παραπλέουν τὸν φουρτουνιασμένο «Κάβο-Μαληᾶ» τῆς Πελοποννήσου. Εἶναι Τετάρτη, 4 Ἰανουαρίου 1828. Μέσα ἀπὸ τὸ φινιστρίνι τοῦ πλοίου ὁ Κυβερνήτης ἀντικρύζει μὲ δέος τὸ φουρτουνιασμένο πέλαγος. Ἔξω φυσάει δυνατὴ σοροκάδα.
Τὴν ἄλλη μέρα, Πέμπτη 5 Ἰανουαρίου, ὁ καιρὸς ἄλλαξε: «πνεύσαντος
βορέου ἠναγκάσθη τὸ πλοῖον νὰ παρεκτραπεῖ τῆς ὁδοῦ καὶ νὰ καταφύγει εἰς τὸν Ἀργολικὸν κόλπον». Δηλ. ἀπὸ ἕνα τυχαῖο γεγονός, δυνατὴ τραμουντάνα, ἀναγκάστηκε τὸ πλοῖο νὰ ἀναζητήσει «ἀπάγκειο» στὸν Ἀργολικό.
Τὴν ἑπόμενη μέρα, 6 Ἰανουαρίου, ἡμέρα Παρασκευή τῶν Θεοφανείων, τὸ Warspite ἔρριξε ἄγκυρες ἔξω ἀπὸ τὸ λιμάνι τοῦ Ναυπλίου. Ἡ θάλασσα ἔξω ἐξακολουθοῦσε νὰ λυσσομανάει… Οὔτε τὴν ἄλλη μέρα, Σάββατο 7 τοῦ μηνός, ποὺ γιόρταζε τὴν γιορτή του, μπόρεσε ὁ Καποδίστριας νὰ ἀποβιβαστεῖ. Ἔπρεπε, τουλάχιστον, νὰ πάει στὴν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος ὁ εὐλαβής, ποὺ ἐξάλλου εἶχε καὶ τὴν ὀνομαστικὴ ἑορτή του! Αὐτὸ κατέστη δυνατὸν κατὰ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, Κυριακὴ 8 Ἰανουαρίου. Κρατώντας στὸ χέρι ἕνα κλαδὶ ἐλιᾶς διέσχισε ἕνα πλῆθος ποὺ ζητωκραύγαζε μὲ ἐνθουσιασμό. Ἔτσι ἔφθασε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ Ναύπλιο. Ἐκεῖ τὸν ὑποδέχθηκε ὁ Ἀρχιερεὺς μὲ τὸν Ἱερὸ Κλῆρο, κάτω ἀπὸ τὶς συνεχεῖς ἐπευφημίες τοῦ λαοῦ.
Στὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας φιλοξενήθηκε σὲ ἕνα σπίτι. Οἱ Ἀρχὲς τοῦ Ναυπλίου τὸν παρεκάλεσαν νὰ μείνει. Τότε ὁ Καποδίστριας δήλωσε πὼς δὲν εἶχε πάει στὸ Ναύπλιο γιὰ νὰ μείνει… Θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ὡς ἕνα ἁπλὸ περιηγητή (ἐπισκέπτη) τοῦ Ναυπλίου. Δήλωσε εὐθέως πὼς ἔπρεπε τὸ συντομώτερο δυνατὸν νὰ ἀναχωρήσει γιὰ τὴν Αἴγινα. Ἐκεῖ τὸν περίμεναν ἡ Βουλὴ καὶ ἡ Κυβέρνηση.
Τρεῖς ἡμέρες ἔμεινε στὸν Ἀργολικὸ κόλπο ὁ Κυβερνήτης. Τότε εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ ἀποδείξει σὲ ὅλους τὴν μεγάλη διπλωματική του ἱκανότητα!
Ὅπως εἶναι γνωστό, στὸ Ναύπλιο τότε μαινόταν ἐμφύλιος πόλεμος: ὁ Γρίβας ἀπὸ τὸ Παλαμήδι καὶ ὁ Στράτος ἀπὸ τὴν Ἀκροναυπλία πολεμοῦσαν σὰν θεριὰ μεταξύ τους. Ὁ Καποδίστριας τοὺς κάλεσε νὰ συναντηθοῦν μαζί του. Μετὰ τοὺς ἀρχικοὺς δισταγμούς, τελικὰ οἱ σκληροτράχηλοι ἐκεῖνοι ἄνδρες κατέβηκαν στὴν πόλη. Μάλιστα παρέδωσαν στὰ χέρια τοῦ Καποδίστρια καὶ τὰ κλειδιὰ τῶν φρουρίων τους!1
Κυριολεκτικὰ ἔτριβαν τὰ μάτια τους ἀπὸ τὴν ἔκπληξη οἱ τρεῖς ξένοι ναύαρχοι γι’ αὐτὸ ποὺ ἔβλεπαν! Ἰδιαιτέρως ὅταν ἄκουσαν τοὺς τραχεῖς ἐκείνους ἄνδρες νὰ δηλώνουν, πὼς ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ σταματοῦσαν τὴν ἀδελφοκτόνο δράση τους! Σ.Σ2
Σ.Σ1. Φαίνεται πὼς τελικὰ οἱ Ἕλληνες ἔχουν μέσα τους τὸ αἴσθημα τῆς φιλοπατρίας καὶ τῆς ὑπακοῆς, ἀρκεῖ νὰ γίνονται σωστοὶ χειρισμοὶ σὲ κάθε περίσταση.
Σ.Σ2. Στὸ σημεῖο αὐτὸ κάνουμε τὴν ἑξῆς παρατήρηση: μὲ τὴν συμφιλίωση τῶν στρατιωτικῶν ἀρχηγῶν, ἂν ὁ προορισμὸς τοῦ Κυβερνήτη ἦταν ὄντως τὸ Ναύπλιο, τότε θὰ ἔπρεπε νὰ παραμείνει ἐκεῖ, ἀφοὺ δὲν ὑπῆρχε πιὰ κίνδυνος. Ἄρα δὲν «ἀνεχώρησε γιὰ τὴν Αἴγινα, ἐπειδὴ ὁ φατριασμὸς τῶν φρουρῶν καὶ τὰ ὀξυμένα πνεύματα εἶχαν ἐπικίνδυνα, γιὰ τὴν ἄσκηση τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, φορτίσει τὴν πολιτικὴ κατάσταση» (sic), ὅπως εἶναι ὁ ἰσχυρισμὸς ποὺ προαναφέραμε.
Μόλις βελτιώθηκε ὁ καιρός, ὁ Καποδίστριας ξεκίνησε γιὰ τὸν τόπο ὅπου ἔπρεπε «νὰ ἀναδεχθῇ κατὰ τάξιν τὸ ὑπούργημα, τὸ ὁποῖον ἐνεπιστεύθησαν εἰς αὐτὸν οἱ Ἕλληνες». Ὁ τόπος ἐκεῖνος ἦταν ἡ Αἴγινα.
Τὸ ἀπόγευμα τῆς Δευτέρας τὰ πλοῖα σήκωσαν ἄγκυρες μὲ κατεύθυνση τὸν Σαρωνικό. Ἔξω ἀπὸ τὸν Πόρο ὁ Ναύαρχος Ἀνδρέας Μιαούλης ἔρριχνε 21 κανονιοβολισμοὺς ἀπὸ τὰ 64 τηλεβόλα ποὺ διέθετε τὸ καμάρι τοῦ στόλου, ἡ νεότευκτη φρεγάτα «Ἑλλάς»,Σ.Σ1 ὑποδεχόμενος τὸν Κυβερνήτη.
Τὸ σούρουπο τῆς Τετάρτης 11 Ἰανουαρίου «περὶ λύχνων ἁφάς» (δηλ. τὴν ὥρα ποὺ ἄναβαν τὰ φανάρια γιὰ τὸν φωτισμὸ τῆς νύχτας) τὰ πλοῖα ἀγκυροβόλησαν στὸν ὅρμο τῆς Περιβόλας, Ὁ Ἀνδρέας Μιαούλης ὑποδέχθηκε τὸν Κυβερνήτη στὸν Μαραθῶνα τῆς Αἴγινας.Σ.Σ2
Τότε οἱ τρεῖς ἄνδρες τῆς Ἀντικυβερνητικῆς Ἐπιτροπῆς, μαζὶ μὲ ἄλλους, ἀνέβηκαν στὸ πλοῖοΣ.Σ3 γιὰ νὰ σφίξουν τὸ χέρι τοῦ πρώτου Κυβερνήτη τῆς Χώρας, ποὺ ἐρχόταν στὴν Πρωτεύουσά της μὲ σκοπὸ νὰ δημιουργήσει τὸ Νέο Ἑλληνικὸ Κράτος! Ἦταν μιὰ μέρα χαρᾶς γιὰ ὅλους!
Σ.Σ1. Μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ μαῦρες σελίδες τῆς Νεώτερης Ἱστορίας εἶναι ἡ ἀνατίναξη τῆς ναυαρχίδας ἀπὸ τὸν Μιαούλη στὸν Πόρο, στὶς 1/13 Αὐγούστου 1831.
Σ.Σ2. Ὁ ὅρμος τοῦ Μαραθώνα (= παραθαλάσσια τοποθεσία) ἦταν γνωστὸ ἀγκυροβόλιο ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια. Ἐκεῖ ἀγκυροβόλησαν κατὰ καιροὺς οἱ μεγάλοι στόλοι τῶν ἰσχυρῶν Κρατῶν. Τὸ 480 π.Χ. οἱ Ἕλληνες ἐκεῖ διαμοίρασαν τὰ Περσικὰ λάφυρα μετὰ τὴν ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος.
Σ.Σ3. Προσωπικὴ μου ἄποψη πὼς ὁ Καποδίστριας δὲν ἀποβιβάστηκε τότε στὴν στεριά, ἀλλὰ οἱ Ἕλληνες ἐπίσημοι ἀνέβηκαν μὲ πλοιάριο στὸ Warspite.
*Απόσπασμα από το βιβλίο του πρωτοπρεσβυτέρου Εμμανουήλ Γιαννούλη, εφημερίου του Μητροπολιτικού Αίγινας, με τίτλο: “Άγνωστες πτυχές ζωής και έργου του Ι. Καποδίστρια στην Αίγινα"